INDEXANTHI.GR
Πολιτισμός

3ο Cinema of Earthly Delights

Παραφράζοντας τον τίτλο του πίνακα του Ιερώνυμου Μπος, η πειραματική μουσική σκηνή chrysallida.gr διαλέγει και προσφέρει μερικά από τα πιο αποπλανητικά άνθη του κινηματογραφικού κήπου που σπάνια βλέπουν το σκοτάδι των αιθουσών. Cult cinema, ταινίες μεταμεσονύχτιων προβολών, underground αισθητική, απαγορευμένες ταινίες, low budget films, σπάνιες παραγωγές κι ό,τι άλλο παράξενο, συνθέτουν το σαγηνευτικό άρωμα των εικόνων που θα απολαύσουμε.

Πέμπτη 21 Νοεμβρίου

Mishima: A life in four chapters” – R | 120 min | biography, drama | Η.Π.Α.-Ιαπωνία, 1985. Σκηνοθεσία: Πολ Σρέιντερ. Σενάριο: Πολ και Λέοναρντ Σρέιντερ. Φωτογραφία: Τζόν Μπέιλι. Μουσική: Φίλιπ Γκλας, Πρωταγωνιστούν: Κεν Ογκάτα, Μασαγιούκι Σιονόγια, Χιρόσι Μικάμι.

Τα μυθιστορήματα που ο Σρέιντερ επιλέγει να ζωντανέψει εδώ, καταγράφουν ή ακόμη και προεξοφλούν τα γεγονότα της ίδιας του της ζωής, αποτελώντας το κλειδί για την αποκρυπτογράφηση των πράξεών του και την κατανόηση των κινήτρων πίσω από αυτές. Κι αν η προσέγγιση του Σρέιντερ έμοιαζε ικανή να τρομάξει κάθε ανυποψίαστο θεατή, η πραγματοποίησή της δεν θα μπορούσε παρά να μαγέψει οποιονδήποτε ήταν πρόθυμος να την αποδεχθεί. Αυτή η αυστηρά δομημένη ταινία δεν κατορθώνει μόνο να αποκαλύψει το μυστήριο του ήρωά της καλύτερα από οποιαδήποτε πολυσέλιδη βιογραφία του, αλλά την ίδια στιγμή προσφέρει στιγμές αληθινού κινηματογραφικού μεγαλείου μέσα από εικόνες που δεν μοιάζουν με τίποτα από όσα έχετε δει κι ένα μουσικό score που, πολύ απλά, αποτελεί μια από τις καλύτερες στιγμές στην καριέρα του Φίλιπ Γκλας. Ο Σρέιντερ έχει δηλώσει πως νιώθει ευγνώμων απέναντι στον Φράνσις Φορντ Κόπολα και τον Τζορτζ Λούκας, τους δυο executive producers του φιλμ, που είχαν την πολυτέλεια να ξοδέψουν πέντε εκατομμύρια δολάρια σε μια ταινία που πίστευαν ότι δεν θα δει κανείς. Αυτή η ιδιότυπη, ακατάτακτη ταινία όμως δεν είναι απλά μια ιδιοφυής φιλμική κατασκευή, αλλά δείχνει ακόμη και σήμερα μια από τις πιο πρωτότυπες και εμπνευσμένες ταινίες που γέννησε το σύγχρονο αμερικανικό σινεμά.

Παρασκευή 22 Νοεμβρίου

Santa sangre” – NC-17 | 123 min | drama, fantasy, horror | Μεξικό (1989). Σκηνοθεσία: Alejandro Jodorowsky. Πρωταγωνιστούν: Αξελ Γιοντορόφσκι, Γκάι Στόκγουελ.

Ο Αλεχάντρο Γιοντορόφσκι γεννήθηκε στη Χιλή στις 17 Φεβρουαρίου του 1929. Με αφορμή τα γενέθλιά του και την πρόσφατη κυκλοφορία της ταινίας του «Ποίηση χωρίς τέλος» (Endless poetry / Poesía sin fin – 2016), εκμεταλλευόμαστε την ευκαιρία για να θυμηθούμε μερικές από τις πιο χαρακτηριστικές δημιουργίες του σπουδαίου Χιλιανού σκηνοθέτη. Από το θρυλικό «El Topo» του 1970 μέχρι το μεθυστικό «Santa Sagre» του 1989, ταξιδεύουμε στο μοναδικό σουρεαλιστικό σύμπαν, ενός αυθεντικού καλλιτέχνη.

Ένας νέος άντρας εισαγάγεται σε ψυχιατρικό ίδρυμα. Μέσα από φλας μπακ μαθαίνουμε ότι έχει τραυματιστεί ψυχικά ως παιδί, όταν αυτός και η οικογένεια του ήταν καλλιτέχνες τσίρκου. Εκεί είδε τον πατέρα του να κόβει τα χέρια της φανατικής θρησκόληπτης μητέρας του -και αρχηγού της αιρετικής εκκλησίας της Σάντα σάνγκρε (Ιερό αίμα)- και μετά να αυτοκτονεί. Επιστρέφοντας στο παρόν, βλέπουμε τον νεαρό να δραπετεύει από το ίδρυμα και να ξαναβρίσκει τη χωρίς χέρια μητέρα του. Παρά τη θέλησή του, αναλαμβάνει τον ρόλο των “χεριών της” και οι δυο τους αρχίζουν μια φρικιαστική περιοδεία φόνων και εκδίκησης.

Αν και θεωρείται ως η πιο “λογική” ταινία του σπουδαίου Χιλιανού δημιουργού, το «Santa sagre» δεν παύει να είναι ταυτόχρονα και μια προκλητική αλληγορία, στην οποία πρωταγωνιστούν με διάχυτους συμβολισμούς η φρίκη, ο πόνος, οι παραισθήσεις, το βασανιστήριο μιας προβληματικής σεξουαλικότητας και βέβαια ο σουρεαλισμός (c) Γιώργος Ρούσσος

Σάββατο 23 Νοεμβρίου

“The beyond” – Unrated | 1h 27min | horror | Ιταλία (1981). Σκηνοθεσία: Lucio Fulci. Σενάριο: Giorgio Mariuzzo, Lucio Fulci, Dardano Sacchetti. Ηθοποιοί: Katherine MacColl, David Warbeck, Cinzia Monreale, Antoine Saint-Johnm, Veronica Lazar. Μουσική: Fabio Frizzi.

Το «The beyond» αρχίζει με έναν αναχρονισμό και συγκεκριμένα μια αναδρομή στο παρελθόν, όπου μια ομάδα χωρικών κατευθύνεται αγριεμένη στο ξενοδοχείο “Seven gates” στο οποίο διαμένει ένας αιρετικός και ιδιόρρυθμος ζωγράφος, ο Scweick. Οι χωρικοί τον κατηγορούν ότι ευθύνεται για όλα τα δεινά που συμβαίνουν στην επαρχία κι έτσι αποφασίζουν να τον βασανίσουν και να τον σταυρώσουν στο υπόγειο του ξενοδοχείου. Αυτό που κάνεις δεν γνωρίζει είναι η ύπαρξη ενός βιβλίου (“Eibon”) στο όποιο αναγράφεται ότι το ξενοδοχείο είναι χτισμένο πάνω σε μια από τις επτά πύλες τις κολάσεως και αν κάποιος ανοίξει αυτήν την πύλη κατά λάθος, θα επέλθει χάος και καταστροφή στον κόσμο και οι νεκροί θα κυκλοφορούν ελεύθερα ανάμεσα στους ζωντανούς. Το 1981, εξήντα χρόνια μετά, η Liza, μια νεαρή κοπέλα η οποία έχει σταθεί αρκετά άτυχη στην ζωή της, κληρονομεί από ένα θείο της το ξενοδοχείο στη Louisiana. Η τύχη φαίνεται να της χαμογελά για πρώτη φορά χωρίς η ίδια να γνωρίζει τα ένοχα μυστικά του ξενοδοχείου, όπως επίσης και όλα δεινά που θα επακολουθήσουν. Οι ατυχίες και οι απρόσμενοι θάνατοι όπως του Joe του υδραυλικού και του εργάτη που δούλευαν στο ξενοδοχείο, δεν δείχνουν να επηρεάζουν την πρωταγωνίστρια που επιδιώκει να ανοίξει το ξενοδοχείο. Το μόνο που την προβληματίζει και τη βάζει σε κάποιες υποψίες είναι οι δύο υπάλληλοι του ξενοδοχείου, η Martha και ο Αrthur, οι οποίοι φέρονται κάπως αλλόκοτα.

Κυριακή 24 Νοεμβρίου

“Begotten” – Unrated | 78 min | fantasy, horror | Η.Π.Α., 1990. Σκηνοθεσία: Ι. Ελίας Μέριγκε. Παίζουν: Ντόνα Ντέμπσεϊ, Στίβεν Τσαρλς Μπάρι, Μπράιαν Σάλτζμπεργκ.

Μέσα από τις αλλόκοτες εικόνες και τα παρανοϊκά κάδρα ξεπηδά σκληρή και ειλικρινής η αλληγορική διάσταση του φιλμ, που μιλά για τη σχέση πόνου και αίματος μεταξύ των εννοιών του θεού, της Γης και του ανθρώπου. Εν αρχή ην ο πόνος και η μοναξιά και το «Begotten» εκπλήσσει με την αμεσότητα και ευκολία απόδοσης του ανοίκειου. Το ανοίκειο που τόσο έχει λατρευτεί και αναζητηθεί στην ιστορία της κινηματογραφικής τέχνης, από την εποχή του Μελιές και του γερμανικού εξπρεσιονισμού μέχρι τους Πολάνσκι, Ζουλάφσκι, Ταρκόφσκι, Τρίερ, Τσουκαμότο, Ράσελ, Λιντς, Άνγκερ, Γουίλιαμς, Κρόνενμπεργκ, Γουντ, Μπάβα, Αρτζέντο, Νακαγκάουα, Κόρμαν, Ντενί, Γιοντορόφσκι, Μαρίν, και τόσους μα τόσους πολλούς άλλους που θα χρειαζόμασταν μία ολόκληρη σελίδα μονάχα για να τους αναφέρουμε. Το «Begotten», συνώνυμο του ανοίκειου από τότε που είδε το πρώτο του φως, θαρρείς πως δεν κατασκευάστηκε από άνθρωπο αλλά γεννήθηκε από το σκοτάδι και τη θλίψη ως οντότητες για να συγκλονίζει για πάντα τους ανυποψίαστους και φιλήσυχους θεατές (c) Αλέξανδρος Μιλκίδης

Δευτέρα 25 Νοεμβρίου

A clockwork orange” – K-17 | 2h 16min | crime, drama, sci-fi | Ηνωμένο Βασίλειο-Η.Π.Α. (1971). Σκηνοθεσία: Stanley Kubrick. Σενάριο: Burgess (μυθιστόρημα), Stanley Kubrick (σενάριο), Φωτογραφία: John Alcott. Ηθοποιοί: Malcolm McDowell, Patrick Magee, Michael Bates, Warren Clarke, John Clive, Adrienne Corri, Carl Duering, Paul Farrell, Clive Francis, Michael Gover.

Η ταινία μάς μεταφέρει σε μία ζοφερή φουτουριστική Αγγλία, μία δυστοπία, όπου o Alex -ένας έφηβος με μεγάλη αγάπη για τη βία και την κλασική μουσική, κυρίως τον Beethoven- και η συμμορία του (ο Pete, ο Georgie και ο Dim) επιδίδονται σε πράξεις ωμής βίας: βανδαλισμούς, βιασμούς, κλοπές μόνο και μόνο για την προσωπική τους διασκέδαση.

Τεχνικά πρόκειται για μια εξαιρετικά άρτια ταινία με πολύ πρωτοποριακές για την εποχή της τεχνικές και ιδιαίτερα καθηλωτική σκηνοθεσία. Η κάμερα λειτουργεί σαν ηδονοβλεψίας που απολαμβάνει τις ωμότητες του Alex, βάζοντας με αυτό τον τρόπο τον θεατή μέσα στην ταινία. Οι σκηνές βίας παραμένουν αποκρουστικές, χωρίς όμως να χάνουν τον λυρισμό που διέπει την υπόλοιπη ταινία. Μάλιστα, ο Kubrick κατηγορήθηκε πως έκανε τη βία να φαίνεται ελκυστική στο κοινό, ο ίδιος όμως απάντησε πως αυτό μπορεί να συμβαίνει επειδή η ιστορία είναι ιδωμένη από τα μάτια του Alex, όμως το θεωρεί λάθος και δεν ήταν σε καμία περίπτωση η πρόθεσή του. Οι ιδιαίτερες και εξαιρετικά προσεγμένες εικόνες, οι τοποθεσίες, τα «μελλοντικά» σκηνικά και η οπτική υπερβολή σε συνδυασμό με τα εξεζητημένα κοστούμια όπου επικρατεί το φαλλικό στοιχείο -όπως και στην υπόλοιπη ταινία άλλωστε- δημιουργούν μια φουτουριστική ατμόσφαιρα που πλαισιώνει κατάλληλα την ιστορία και καθιστά την ταινία ακόμη πιο ιδιαίτερη. Τέλος, μία ακόμη ιδιομορφία της ταινίας αποτελεί η διάλεκτος του Alex και της συμμορίας του, τα «νάντσατ» (ένα μείγμα ρωσικών σε αγγλοποιημένη μορφή και σαιξπηρικού διαλόγου), που ήταν η γλώσσα των εφήβων της εποχής του Burgess.

 

Σχετικά άρθρα

Από το βιβλιοπωλείο “Δύο”

Super User

Κυριακή 3 Σεπτεμβρίου: Το πρόγραμμα των Γιορτών Παλιάς Πόλης

Super User

Οι σημερινές εκδηλώσεις των Θ.Λ.Ε.

Super User

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία σας. Υποθέτουμε ότι είστε εντάξει με αυτό, αλλά μπορείτε να εξαιρεθείτε αν το επιθυμείτε. Αποδοχή Δείτε περισσότερα

Πολιτική απορρήτου και cookies