Κοινή ανακοίνωση Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων που συντάχθηκε από το Κ.Κ.Ε. και το γερμανικό κομμουνιστικό κόμμα και αναφέρεται στα γεγονότα της Ουκρανίας, έχουν συνυπογράψει μέχρι στιγμής 21 κόμματα.
Τα κόμματα που συνυπογράφουν το κείμενο είναι: Κομμουνιστικό Κόμμα Αλβανίας, Κόμμα Εργασίας Αυστρίας, Γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα, Πόλος Κομμουνιστικής Αναγέννησης Γαλλίας, Ενιαίο Κομμουνιστικό Κόμμα Γεωργίας, Κομμουνιστικό Κόμμα στη Δανία, Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας, Ιορδανικό Κομμουνιστικό Κόμμα, Κομμουνιστικό Κόμμα Καναδά, Κομμουνιστικό Κόμμα Μεξικού, Κόμμα Εργατών Μπαγκλαντές , Δημοκρατικό Προοδευτικό Βήμα Μπαχρέιν, Κομμουνιστικό Κόμμα Νορβηγίας, Ένωση Κομμουνιστών Ουκρανίας, Κομμουνιστικό Κόμμα Πολωνίας, Κομμουνιστικό Εργατικό Κόμμα Ρωσίας, Κομμουνιστικό Κόμμα Ρωσικής Ομοσπονδίας, Κομμουνιστικό Κόμμα Σοβιετικής Ένωσης, Νέο Κομμουνιστικό Κόμμα Γιουγκοσλαβίας, Κομμουνιστικό Κόμμα Σουηδίας, Κομμουνιστικό Κόμμα Τουρκίας.
Στην ανακοίνωση επισημαίνονται μεταξύ άλλων τα εξής: «Οι τελευταίες δραματικές εξελίξεις στην Ουκρανία δεν αποτελούν “νίκη της δημοκρατίας” δήθεν των “επαναστατών”, όπως περιγράφεται από τα Μ.Μ.Ε. των Η.Π.Α. και της Ε.Ε., αλλά μια επικίνδυνη εξέλιξη, πρώτα απ’ όλα για τον ίδιο τον λαό της Ουκρανίας. Στην πολιτική επιφάνεια αναρριχήθηκαν, με τη βοήθεια Ε.Ε. και Η.Π.Α., αντιδραστικές πολιτικές δυνάμεις, ιδεολογικοί απόγονοι των ναζί, που εκτός από τις καταστροφές των γραφείων των αντιπάλων τους, μεθοδεύουν ακόμη πολιτικές διώξεις και απαγορεύσεις κομμάτων, πρώτα απ’ όλα κατά των κομμουνιστών, ακόμη και ρατσιστικά νομοθετήματα σε βάρος του ρωσόφωνου πληθυσμού, όπως αυτά που ισχύουν τα τελευταία είκοσι χρόνια στις χώρες της ευρωπαϊκής Βαλτικής, με την απροκάλυπτη πολιτική στήριξη της Ε.Ε.».
Τα κόμματα που συνυπογράφουν την κοινή ανακοίνωση εκφράζουν τη συμπαράσταση και αλληλεγγύη τους στους κομμουνιστές της Ουκρανίας «πρώτα απ’ όλα σ’ αυτούς που σε πολλές περιπτώσεις κατέβηκαν στους δρόμους για να υπερασπιστούν τα μνημεία του Λένιν και τα άλλα σοβιετικά κι αντιφασιστικά μνημεία, τα οποία βρέθηκαν στο στόχαστρο της ιδεολογικής εκκαθάρισης της Ιστορίας που επιχειρούν οι εθνικιστικές-φασιστικές ένοπλες ομάδες». Επίσης, καταδικάζουν τις Η.Π.Α. και την Ε.Ε. για την απροκάλυπτη εμπλοκή τους στις εσωτερικές υποθέσεις της Ουκρανίας και για την «άμεση στήριξη που παρείχαν και παρέχουν στις ένοπλες φασιστικές ομάδες, στηρίζοντας έναν ιστορικό ρεβανσισμό, σε βάρος των αποτελεσμάτων του β΄ παγκοσμίου πολέμου, μετατρέποντας τον αντικομμουνισμό σε επίσημη πολιτική τους», καθώς και για την προώθηση «της διαίρεσης του λαού της Ουκρανίας με τις σχεδιαζόμενες διώξεις σε βάρος του ρωσόφωνου πληθυσμού της χώρας».
Στην κοινή ανακοίνωση επισημαίνεται ότι είναι επικίνδυνες «οι οπορτουνιστικές δυνάμεις που σκορπούν αυταπάτες ότι θα μπορούσε να υπάρξει μια άλλη, καλύτερη Ε.Ε., “ένα άλλο καλύτερο σύμφωνο σύνδεσης της Ε.Ε. με την Ουκρανία» και υπογραμμίζεται ότι «η ΕΕ, όπως και κάθε καπιταλιστική διακρατική ένωση, είναι μια λυκοσυμμαχία που έχει βαθιά αντιδραστικό χαρακτήρα, δεν μπορεί να γίνει φιλολαϊκή, δρα και θα συνεχίσει να δρα ενάντια στα εργατικά λαϊκά δικαιώματα και τους λαούς».
Τα συνυπογράφοντα κόμματα σημειώνουν ότι οι εξελίξεις στην Ουκρανία συνδέονται με την επέμβαση της Ε.Ε. και των Η.Π.Α. και είναι αποτέλεσμα του «σφοδρού ανταγωνισμού αυτών των δυνάμεων με τη Ρωσία για τον έλεγχο των αγορών, των πρώτων υλών και των δικτύων μεταφοράς της χώρας», ενώ προστίθεται ότι «ο λαός της Ουκρανίας, όπως κι όλοι οι λαοί της Ευρώπης δεν έχουν συμφέρον να ταχθούν με την πλευρά του ενός ή του άλλου ιμπεριαλιστή, της μιας ή της άλλης λυκοσυμμαχίας. Το συμφέρον της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων της Ουκρανίας επιβάλλει να αποτρέψουν την παγίδευσή τους σε εθνικιστικά, διχαστικά διλήμματα στη βάση εθνοτικών, γλωσσικών, θρησκευτικών ιδιαιτεροτήτων και να προτάξουν τα κοινά τους ταξικά συμφέροντα, να χαράξουν το δικό τους δρόμο της ταξικής πάλης για τα δικαιώματά τους και το σοσιαλισμό. Ο σοσιαλισμός παραμένει επίκαιρος και αναγκαίος όσο ποτέ. Αυτή είναι η προοπτική ενάντια σε κάθε καπιταλιστική διακρατική ένωση, για να ανοίξει ο δρόμος για μια οικονομία και κοινωνία που δε θα λειτουργεί με βάση το κέρδος, αλλά με βάση τις ανάγκες των εργαζομένων» καταλήγει η ανακοίνωση.