Μερικές φορές το νυχτερινό διάβασμα σε συνεπαίρνει και σου αφαιρεί τον ύπνο, σε βρίσκει το ξημέρωμα. Τότε λοιπόν που χάνεται η κούραση, είσαι δηλαδή ξάγρυπνος, αλλά υγιής, ανοίγεις την τηλεόραση, εάν ακόμη έχεις αυτό το πράγμα, και όσα βλέπεις λες ότι δεν είναι δυνατόν να συμβαίνουν (όλα αυτά τα αλλοπρόσαλλα) στη χώρα σου.
Κάποιες παρέες (δίδυμες, τρίδυμες κ.λπ.) δημοσιογράφων (;) αναλύουν μες στην καλή χαρά τα πάντα που (μας λένε ότι) συμβαίνουν στην Ελλάδα και τον κόσμο. Κάποιοι τύποι με ύφος εκατό καρδιναλίων που επιτίθενται σε όποιον τολμήσει να αρθρώσει διαφορετική άποψη από τη δική τους (απέκτησαν και άποψη οι άκαπνοι, οι βολεμένοι), διακωμωδούν τους προσκεκλημένους τους, δεν σηκώνουν δε μύγα στο σπαθί τους σε ό,τι αφορά την αντικειμενικότητα που υπηρετούν και την προσωπική τους δημοκρατικότητα. Το αδιανόητο είναι ότι άνθρωποι του δημόσιου βίου που θεωρούνται κάπως σοβαροί πηγαίνουν στις εκπομπές αυτές και υφίστανται τη χλεύη των οικοδεσποτών, χωρίς να νιώθουν την παραμικρή δυσφορία· τουναντίον χαίρονται και αγάλλονται που η μουτσούνα τους διεισδύει στο τελευταίο σπίτι των ψηφοφόρων (τους).
Δεν έχει νόημα να αναφερθούν ονόματα αυτών των παχυλά αμειβόμενων δημοσιογράφων, η εργασία είναι ιερό δικαίωμα (φτάνει να μην είναι υγρή…), θα σταθώ όμως σ’ αυτούς που έχουν δίπλα τους τις συζύγους αυτών και μόλις αρχίζει η εκπομπή τους αρχίζουν να χαζογελάνε, να τραγουδάνε, να χορεύουν, να αστειεύονται (με κρύο τρόπο) και αμέσως να εκσφενδονίζουν τις ανοησίες τους. Ο ένας μάλιστα εξ αυτών, θεωρούμενος και ο εκ των εισηγητών του lifestyle στην έρμη τούτη χώρα, εξακολουθεί να χαριεντίζεται, παρ’ ότι έκλεισε τα εκδοτικά «μαγαζιά» του και πέταξε σαν τα σκυλιά τους εργαζόμενους στην ανεργία. Ομολογώ ότι εκπλήσσει το θράσος του, η χολή του, το στήσιμό του. Σε ποια, ελάχιστα έστω, σοβαρή χώρα θα μπορούσε αυτός ο τύπος να έχει εκπομπή στην τηλεόραση, να αμείβεται δηλαδή, την ώρα που δεκάδες δημοσιογράφοι πεινάνε εξ αιτίας του; Σε ποια άλλη, ακόμη λιγότερο έστω σοβαρή χώρα δεν θα τον «έπαιρναν» με τα γιαούρτια και τις ντομάτες (όχι άωρες, μήτε ώριμες, αλλά σεσηπυίες); Δεν χρειάζεται να γίνει αναφορά στους τζιτζιφιόγκους που τον περιστοιχίζουν, μεροκάματο (έστω υγρό) βγάζουν τα παιδία και οι κοπελίσκες…
Ευτυχώς (δεν είναι υπεκφυγή) που εκείνες τις ώρες με έχει φυλακισμένο ο Μορφεύς, ειδάλλως ο νους και το πλαγκτόν θα ασθενούσαν βαρέως. Αλήθεια, πώς αντέχουν οι τηλεθεατές τόσο κιτς, τόση αυθάδεια, τόση αγένεια, τόσο δήθεν; Αυτό ισχύει για πολλές πρωινές εκπομπές βεβαίως, αλλά μάλλον ψάχνουμε ψύλλους στ’ άχυρα. Ο κύβος (του πολιτισμού) έχει ριφθεί εδώ και καιρό, απλώς λέγαμε μήπως υπάρχει κάνα κουλτουρόμετρο στην Ελλάδα (αστειάκια των αρχών του Φλεβάρη).
Εδώ, θα μπορούσε να αντιτάξει κάποιος, η εφημερίδα σας έδωσε δύο σελίδες σ’ αυτόν που λέει κάθε Σάββατο «Στην υγειά μας»· και μας είπε τι; Τι, αλήθεια, είπε; Αμηχανία, σιωπή. Παρδαλοί καλλιτέχνες, αμοραλιστές πρώην εκδότες, τι να περιμένει ο Ελληνας πολίτης; Να βρει τον Λόγο, μήπως; Την επικοινωνία; Δημοκρατία έχουμε, θα πουν οι ανερμάτιστοι…
του Γιώργου Σταματόπουλου – “εφημερίδα συντακτών”