Το ξυπνητήρι χτύπησε στις 8.00 όπως κάθε μέρα. Τεντώθηκε απαλά κι ελαφρώς νωχελικά, γύρω στα 30 δευτερόλεπτα για να μην ξεφύγει από τον χρόνο της, το άφησε ν’ ακούγεται γιατί έπαιζε ένα από τα αγαπημένα της κομμάτια, το «Rehab», φόρεσε τις μεταξωτές παντόφλες της κρεβατοκάμαρας και κατευθύνθηκε προς το προσωπικό της μπάνιο, άμεσα προσβάσιμο από την ροζ φυστικί κρεβατοκάμαρα.
Πρώτα μια ματιά επιδοκιμασίας στον καθρέφτη κι ένα χαμόγελο, ακολούθως το πρωινό πλύσιμο με το ακριβό σαπούνι της La Prairie με τις υποχρεωτικές υδατικές και αμέσως μετά μια γερή δόση γαλλικού καφέ με άρωμα φουντούκι στην προγραμματισμένη «έξυπνη» καφετιέρα. Τα στόρια ήδη είχαν ανεβεί αυτόματα – ένα άλλο πλεονέκτημα του «έξυπνου» σπιτιού της- και το cd player έπαιζε ήχους τζαζ Παρισιού για ένα ευχάριστο ξεκίνημα.
Με φόρμες σπιτιού, τον καφέ και το tablet της Apple ανά χείρας πέρασε στο μπαλκόνι για να ενημερωθεί γύρω από τον διεθνή Τύπο. Εκεί διαπίστωσε ότι η οικονομική κρίση στην Ελλάδα συνέχιζε να παίζει σε περίοπτη θέση αλλά δεν προβληματίστηκε γνωρίζοντας από τους υψηλά ιστάμενους συνεργάτες της στην Ευρώπη ότι η εταιρία real estate όπου ήταν την τελευταία δεκαετία σημαντικό στέλεχος δεν είχε τίποτε να φοβηθεί. Το ενδιαφέρον των Ρώσων, των Βουλγάρων, των Σκοπιανών όπως και κάποιων Τούρκων για ελληνικά ακίνητα παρέμενε ισχυρό, ειδικά σε μια περίοδο κρίσης, γιατί όπως λένε και στην αγορά η κρίση είναι ευκαιρία. Η τελευταία της δε επιτυχία να κλείσει μια εξαιρετικά καλή τιμή για λογαριασμό ενός ομίλου ρωσικών συμφερόντων την αγοραπωλησία ενός φιλέτου στην Παναγία της Θάσου – λόγω χρεών του ιδιοκτήτη του οικοπέδου – έκανε την μέρα της καλύτερη.
Πριν ακόμη ντυθεί μίλησε με την φίλη της, την Πάτρα από το ταξιδιωτικό γραφείο για δυο εισιτήρια στην Ινδία το πρώτο δεκαπενθήμερο των καλοκαιρινών της διακοπών, με τον νέο της αγαπημένο.
Ικανοποιημένη μετά και το προσεκτικά επιλεγμένο ντύσιμο γραφείου με τις ψηλοτάκουνες γόβες και το αποκαλυπτικό ντεκολτέ – ό,τι πληρώνεις πρέπει να το δείχνεις- πήρε το σπορ αυτοκίνητο από τον ιδιωτικό της χώρο στάθμευσης με κατεύθυνση το γραφείο της, τον προσωπικό επαγγελματικό της ναό.
Ήξερε ότι η πρωινή σύσκεψη με τα αφεντικά από την Αθήνα δεν θα ήταν εύκολη γιατί θ’ ανακοίνωναν τρεις απολύσεις συναδέλφων της, με την μία εκ των οποίων είχαν κάνει μαζί τα πρώτα τους βήματα στον Όμιλο. Η αλήθεια είναι – το ομολόγησε διακριτικά στον εαυτό της- ότι και οι τρεις στήριξαν την επιχείρηση ακόμη και στις πιο δύσκολες στιγμές, όταν η αγορά παλαντζάριζε περίεργα το 2008 στην αρχή της κρίσης και οι μισθοί τους είδαν μια σημαντική μείωση, για λόγους προληπτικούς, όπως τότε είχε αιτιολογηθεί άνωθεν.
What ever, όπως έστρωσε ο καθένας κοιμάται και η ζωή συνεχίζεται. Εξάλλου κανείς καλός δεν χάνεται, υπάρχει και το ταμείο ανεργίας ως προσωρινή λύση, άσε που η Θεσσαλονίκη έχει πάντα κάποιες άκρες, δεν είναι το ίδιο ακριβή με την Αθήνα….Το εσωτερικό της μπλα μπλα διακόπηκε απότομα με την πρώτη εγκάρδια καλημέρα που είπε σε συναδέλφους της.
Στην αίθουσα συσκέψεων όλα έγιναν όπως περίμενε. Ο κ. Κ. ανακοίνωσε τις απολύσεις και μία «συμβολική» αποζημίωση, ο καφές ευτυχώς ήταν ζεστός με πετυχημένες αναλογίες όπως πάντα, τα ραντεβού της ήταν κανονισμένα για την σημερινή μέρα και έχοντας αφήσει τελευταίο εκείνο στη Χαλκιδική σχεδίαζε να επωφεληθεί κι από ένα όψιμο μπανάκι.
Το μόνο που έμεινε στη σκέψη της ήταν μία κουβέντα της Αθηνάς, της κοπέλας που δούλευαν μαζί για 10 χρόνια, μόλις της ανακοινώθηκε η απόλυση. «Θα τα βρούμε μπροστά μας και τότε εγώ θα είμαι κάπου αλλού και για εσάς ποιος ξέρει». Διακριτική, σεμνή όπως πάντα – δυστυχώς και στο ντύσιμο παρά το ότι έκρυβε μια γοητευτική γυναίκα κάτω από το επαγγελματικό κοστούμι- είπε μια κουβέντα που έδειχνε να την έχει ζυγίσει πολύ καλά.
Η Αντιγόνη προχώρησε με βήμα που κόντεψε να υποχωρήσει κάτω από τα ψηλοτάκουνα προς την έξοδο, κρατώντας μία κούτα με τα προσωπικά της αντικείμενα, όπως γίνεται στις αμερικάνικες ταινίες, μόνο που δεν πήρε μαζί της το συρραπτικό της, όχι μόνο γιατί είναι περιουσία της εταιρίες αλλά και γιατί αυτό που είχε στο σπίτι της ήταν έργο design που είχε αγοράσει από το τελευταίο της ταξίδι στο Άμστερνταμ.
Πήγε στο αυτοκίνητο για ν’ αφήσει την τσάντα της και με μεγάλη ικανοποίηση πέταξε στον πρώτο ελεύθερο κάδο που βρήκε όλο το περιεχόμενο της κούτας και την κούτα στην ανακύκλωση. Το περιεχόμενο εξάλλου δεν χρειαζόταν ν’ ανακυκλωθεί. Δεν ανακυκλώνονται ούτε καν οι άνθρωποι, τους χρησιμοποιούν, μάς χρησιμοποιούν – σκέφτηκε φωναχτά – σαν ανακυκλώσιμα υλικά, μόνο που στα υλικά δίνεται η δυνατότητα μεταμόρφωσης σε κάτι άλλο. Στους ανθρώπους;
«Θα τα βρούμε μπροστά μας και τότε εγώ θα είμαι κάπου αλλού και για εσάς ποιος ξέρει» σκέφτηκε αυθόρμητα αυτό που είχε πει η Αθηνά, πέντε μήνες πριν και χαμογέλασε απαλά, όχι γιατί η δική της αποζημίωση ήταν υψηλότερη από της Αθηνάς, του Διονύση και της Κάτιας αλλά γιατί είχε μάθει τον ρόλο του κύκλου, της ανακύκλωσης και το πώς είναι να νιώθεις περικυκλωμένη από υποχρεώσεις, ευθύνες και κάποια μέρα να βρίσκεσαι αντιμέτωπη μόνο με την γραμμή της προσωπικής σου ζωής.
Μαρία Αμπατζή