Οι εξελίξεις στην τουρκική πολιτική σκηνή είναι ιλιγγιώδεις και καταιγιστικές, τόσο από την άποψη των «αποκαλύψεων παρανομιών και οικονομικών σκανδάλων» όσο και από αυτή των «μέτρων» που παίρνει η κυβέρνηση για την κάλυψη και/ή την εμπόδιση της δημοσιοποίησής τους.
Μικρό δείγμα της πρώτης κατηγορίας αποτελεί ο τρόπος αντιμετώπισης της υπόθεσης «των φορτηγών της ΜΙΤ που μεταφέρουν πολεμοφόδια στη Συρία»: «Κανέναν δεν ενδιαφέρει τι μεταφέρουν τα φορτηγά» δηλώνει ο εκπρόσωπος τύπου του ΑΚΡ Χουσεϊν Τσελίκ. «Από εμένα πρέπει να ζητήσει ο εισαγγελέας την άδεια για να κάνει έρευνα» λέει ο τέως πρωθυπουργός, ερμηνεύοντας κατά το δοκούν τους σχετικούς νόμους. Ούτε λόγος βέβαια για το ότι οι εισαγγελείς που αποτολμούν έρευνες μετατίθενται αυτοστιγμεί, χάρη σε μια «χειρουργική» επέμβαση που έγινε προ πενθημέρου στη σύνθεση των τριών τμημάτων του Ανωτάτου Συμβουλίου Δικαστών και Εισαγγελέων (ΑΣΔΕ) από τον νέο υπουργό Δικαιοσύνης Μπεκίρ Μπόζνταγ, δυνάμει της θέσης του ως φυσικού προέδρου του ΑΣΔΕ (δυνατότητα που είχε αφεθεί ανενεργή από τον προηγούμενο υπουργό): το πενταμελές 1ο Τμήμα (αρμόδιο για τους διορισμούς, τις μεταθέσεις και την αξιολόγηση) έγινε επταμελές με την μετακίνηση δύο δικαστών από το 3ο Τμήμα, ώστε οι σχετικές αποφάσεις λαμβάνονται με τέσσερις ψήφους (έναντι τριών). Αμέσως μετά την αλλαγή αυτή μετατέθηκαν 98 δικαστές και εισαγγελείς, μερικοί από τους οποίους μετατίθεντο για δεύτερη φορά μέσα σε ένα μήνα… Δεύτερο δείγμα είναι η καταγγελτήρια αναφορά του αρχι-εισαγγελέα Σμύρνης Χουσεϊν Μπας, που έφερε στην Εθνοσυνέλευση ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου. Σύμφωνα με την εν λόγω αναφορά, ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Δικαιοσύνης Κενάν Ιπέκ τηλεφώνησε στον Μπας το βράδυ της 6/1 και του ζήτησε «να πάει στην Εισαγγελία εκείνη την ώρα και να κλείσει άμεσα τον φάκελο, ζητώντας συγχρόνως και την ακύρωση των ενταλμάτων σύλληψης από το δικαστήριο». Ο Μπας αρνήθηκε, παρά το δεύτερο τηλεφώνημα του Ιπέκ στις 22.30 το ίδιο βράδυ. Αποτέλεσμα: μετατέθηκε την επομένη δυσμενώς στα Άδανα.
Στη δεύτερη κατηγορία, εκτός από το ξήλωμα δικαστών και εισαγγελέων, εμπίπτουν οι μετακινήσεις-μεταθέσεις περίπου 3.000 αξιωματικών της αστυνομίας και απλών αστυνομικών από καίρια τμήματα όπως το Λαθρεμπορίας και αυτό του Οργανωμένου Εγκλήματος… Στην ίδια κατηγορία μπορεί επίσης να απαριθμήσει κανείς το νομοσχέδιο που ετοιμάζεται στην Εθνοσυνέλευση για το ΑΣΔΕ (που τα αντιπολιτευόμενα κόμματα λένε ότι αντίκειται στο σύνταγμα και καταλύει την διάκριση των εξουσιών), αλλά και το νομοσχέδιο για μια ρύθμιση που θα επιτρέψει την αναψηλάφηση δικών όπως η «Εργκένεκον» και η «Βαριοπούλα» και προφανώς θα επιτρέψει την αποφυλάκιση πολλών από τους καταδικασμένους σε διάφορες ποινές φυλάκισης στρατηγούς και άλλους (ο Άρειος Πάγος (Yargıtay) έχει επικυρώσει τις αποφάσεις του Κακουργιοδικείου για τη «Βαριοπούλα», υπόθεση στην οποία έχει καταδικαστεί και ο πρώην επιτελάρχης Ιλκέρ Μπάσμπουγ ως «αρχηγός σπείρας για την ανατροπή του καθεστώτος». Στον Άρειο Πάγο βρίσκεται επίσης τώρα και η υπόθεση «Εργκένεκον»). Στο ίδιο νομοσχέδιο προβλέπεται και διάταξη που θα ορίζει ότι η ηγεσία των ενόπλων δυνάμεων θα δικάζεται από Ειδικό Δικαστήριο (έτσι, αν μη τι άλλο, θα «σωθεί» ο Μπάσμπουγ), καθώς και ότι η παραπομπή αυτή στο Ειδικό Δικαστήριο θα μπορεί να γίνει «μόνον κατόπιν της έγκρισης του πρωθυπουργού» (η ίδια εξουσία «έγκρισης από τον πρωθυπουργό αν θα ανακριθούν από εισαγγελικές αρχές ή θα δικαστούν» έχει δοθεί στον Ταγίπ Ερντογάν τον Φεβρουάριο 2012 και για τους εργαζόμενους στην ΜΙΤ, αλλά και τα ανώτερα στελέχη της γραφειοκρατίας).
Ο πρωθυπουργός ασφαλώς συνεχίζει ένα –κατά μερικούς φιλελεύθερους τούρκους δημοσιογράφους και παρατηρητές «φαντασιακό»– μπρα ντε φερ με την κοινότητα «Γκιουλέν», που εσχάτως χαρακτηρίζεται από τον Ερντογάν με τον πιο περιεκτικό όρο «παράλληλο κράτος/δομή».
Διαφωτιστική σχετικά με τα όσα αναφέρονται παραπάνω είναι η ανάλυση του Svante E. Cornell αρχισυντάκτη του Turkey Analyst και διευθυντή του Ινστιτούτου Κεντρικής Ασίας – Καυκάσου με τίτλο «Turkey’s regime crisis: Are Erdogan’s days numbered?».
«Σε τελική ανάλυση, η κίνηση Γκιουλέν έχει ήδη ματαιώσει τις φιλοδοξίες του Ερντογάν για μια διακυβέρνηση ενός ανδρός. Η Τουρκία έχει εισέλθει σε μια περίοδο που μοιάζει σταδιακά με έναν αγώνα διαδοχής, ο οποίος το σίγουρο είναι ότι θα είναι επεισοδιακός και ταραχώδης. Η κύρια ερώτηση στο σημείο αυτό είναι η ζημιά που θα έχει καταφέρει στην Τουρκία ο Ερντογάν πριν την αναχώρησή του. Έχει εξάλλου ήδη κάνει αρκετή ζημιά στο διεθνές κύρος, στους θεσμούς και στην οικονομία της χώρας του. Ως αποτέλεσμα, η Τουρκία δεν είναι πλέον το σταθερό προπύργιο μέσα σε μια ασταθή περιοχή, αλλά ένα πρόβλημα η ίδια. Φαίνεται δε ότι θα πάει χειρότερα, προτού να καλυτερεύσει».
(εδώ ο σύνδεσμος για ολόκληρο το άρθρο)
Παρέμβαση του TUSIAD στην πολιτική κατάσταση στην ΤΟΥΡΚΙΑ
Ο Πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του TUSIAD (Σύνδεσμος Επιχειρηματιών και Βιομηχάνων Τουρκίας) Μουχαρρέμ Γιλμάζ, σε ομιλία του στο Ανώτατο Συμβούλιο Διαβουλεύσεων του TUSIAD, επέστησε την προσοχή στην ένταση μεταξύ της κυβέρνησης και του κινήματος Γκιουλέν και είπε: «Μας ανησυχεί όλους το γεγονός ότι οργανώσεις εκτός πολιτικής καταβάλουν προσπάθεια να επηρεάσουν την πολιτική, μέσω των κρατικών θεσμών. Αλλεπάλληλοι νόμοι που ετοιμάζονται, μας κάνουν να έχουμε επιφυλάξεις. Έχει διαδοθεί η άποψη πως το νομοσχέδιο που ρυθμίζει τα όρια της ελευθερίας στο διαδίκτυο θα βρεθεί, σα μαύρο σύννεφο, πάνω από την ελευθερία της επικοινωνίας. Πιστεύουμε πως οι ρυθμίσεις που γίνονται θα πρέπει να αλλάξουν σύμφωνα με μία δομή ανάλογη με τα standards της Ε.Ε., που περιέχουν τα κριτήρια της ελευθερίας έκφρασης. Επίσης αισθανόμαστε μεγάλη ενόχληση από τη νέα πρόταση νόμου, που ρυθμίζει το Ανώτατο Συμβούλιο Δικαστών και Εισαγγελέων. Η λύση είναι μία συνταγματική μεταρρύθμιση, σύμφωνη με την ελευθερία της δικαστικής εξουσίας και τα κριτήρια Κοπεγχάγης. Μετά από τους ισχυρισμούς πως στην Τουρκία υπάρχει σοβαρή διαφθορά, δημιουργούνται ερωτηματικά στις χώρες που επενδύουν στη χώρα μας. Θα αποβούν άσκοπες οι προσπάθειές μας για να καταστεί η Τουρκία μία χώρα με κύρος. Το πρόβλημα έχει μετατραπεί σε μία σύγκρουση μεταξύ των εξουσιών. Δε μπορούμε να επιλύσουμε το θέμα, αυξάνοντας την άσκηση πίεσης στις εξουσίες. Επαναλαμβάνω ότι θα πρέπει να γίνει μία τροποποίηση του Συντάγματος. Σε μία κοινωνία, στην οποία αρχίζει να μειώνεται το επίπεδο της ευημερίας, θα μειωθεί και η πιθανότητα επίλυσης των προβλημάτων».
Η Φενέρμπαχτσε στην κρίση της Τουρκίας
Για μια καλύτερη έποψη της κατάστασης που επικρατεί στην Τουρκία, αξίζει να προσθέσει κανείς στα παραπάνω και τον παράγοντα Φενέρμπαχτσε. Ως φαίνεται, ο Ερντογάν είχε θελήσει πριν από δύο χρόνια να καπελώσει τη διοίκηση της μιας από τις τρεις, μαζί με τη Γαλατάσαραϊ και την Μπεσίκτας, τουρκικές ποδοσφαιρικές ομάδες, της Φενέρμπαχτσε, της οποίας είναι και δεδηλωμένος οπαδός. Πρόκειται για τη μεγάλη επιχείρηση για τα «στημένα παιχνίδια» που εξακολουθεί να απασχολεί τους τούρκους φιλάθλους και όχι μόνο, από τον Ιούλιο του 2011 μέχρι σήμερα. Ο παράγοντας-Φενέρμπαχτσε θεωρείται ένας από τους λόγους της μαζικής συμμετοχής των συλλόγων των οπαδών των ποδοσφαιρικών ομάδων στα γεγονότα του Πάρκου Γκεζί (Ιούνιος 2013).
Στις 20/1 (ημέρα που αναχώρησε ο Ερντογάν για τις Βρυξέλλες), ο Άρειος Πάγος επικύρωσε την καταδίκη του προέδρου της Φενέρμπαχτσε Αζίζ Γιλντιρίμ σε φυλάκιση τριάντα μηνών. Ο Αζίζ Γιλντιρίμ που βρισκόταν οικογενειακώς στο Παρίσι στις 20/1, επέστρεψε το βράδυ της Τρίτης (21/1) και σχεδόν όλα τα κανάλια μετέδωσαν απευθείας την υποδοχή που του επιφύλαξαν δεκάδες χιλιάδες οπαδοί της Φενέρμπαχτσε, τόσο στο αεροδρόμιο Σαμπιχά Γκιοκτσέν της Κωνσταντινούπολης όσο και στη Λεωφόρο Μπάγντατ όπου βρίσκεται το γήπεδο της ομάδας. Είναι ενδιαφέρον ότι στην υποδοχή συμμετείχαν με πανό και οπαδοί της Γαλατάσαραϊ και της Μπεσίκτας, αλλά και μερικών τοπικών ομάδων της Άγκυρας και της Σμύρνης.
Εκτός από τους αθλητικογράφους, δύο δημοσιογράφοι-πολιτικοί αναλυτές, οι Εργκούν Μπαμπάχαν και Τζενγκίζ Τσαντάρ, έγραψαν για το θέμα αυτό. Μεταφράζουμε παρακάτω το κείμενο του Τσαντάρ, στο οποίο περιέχεται και ένα μεγάλο απόσπασμα του κειμένου του Μπαμπάχαν. Προηγουμένως, όμως, λίγες εισαγωγικές διευκρινίσεις:
- Η Αθλητική Λέσχη Φενέρμπαχτσε ιδρύθηκε το 1907. Ξεκίνησε με το ποδόσφαιρο, σήμερα έχει ομάδες μπάσκετ, βόλεϊ και πολλών άλλων αθλημάτων. Πήρε το Κύπελλο Πρωταθλητριών Τουρκίας στο πρώτο τουρκικό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου (1959) και άλλες δεκαέξι φορές έκτοτε, με τελευταία το 2011. Τα χρώματα της φανέλας της ομάδας είναι κίτρινο-μπλε. Μεταξύ των μεγάλων παικτών της συγκαταλέγεται και ο Κωνσταντινουπολίτης Λευτέρης Κιουτσουκαντωνιάδης (1925-2012), ο επονομαζόμενος «ορντινάριους» από τους τούρκους φιλάθλους, το όνομα του οποίου αναφέρεται στο ύμνο της Φενέρμπαχτσε.
- Για τον αριθμό των οπαδών της κάθε ποδοσφαιρικής ομάδας κυκλοφορούν πολλά νούμερα που φαντάζουν συχνά παραφουσκωμένα: «25 εκατομμύρια η Γαλατάσαραϊ», «20 η Φενέρμπαχτσε» κλπ. Ψάχνοντας βρήκαμε μια έρευνα που έχει κάνει η γνωστή τουρκική εταιρία δημοσκοπήσεων A&G τον Απρίλιο του 2010. Σύμφωνα με την έρευνα αυτή, που χρησιμοποίησε δείγμα περίπου ενός εκατομμυρίου προσώπων μέσω του διαδικτύου, το σύνολο των ποδοσφαιρόφιλων στην Τουρκία υπολογίζεται σε 30.000.000. Από αυτούς το 33% είναι οπαδοί της Γαλατάσαραϊ, το 27% της Φενέρμπαχτσε και το 18% της Μπεσίκτας, ενώ 4η με 10% έρχεται η Τράμπζονσπορ και ακολουθούν μερικές ακόμη με ποσοστά κάτω του 2%.
- Ο Αζίζ Γιλντιρίμ, γεννημένος το 1952, είναι πολιτικός μηχανικός και ιδιοκτήτης εταιρίας κατασκευαστικών έργων. Εξελέγη πρόεδρος της Φενέρμπαχτσε για πρώτη φορά το 1998 και παρέμεινε στη θέση αυτή μέχρι τώρα, επανεκλεγόμενος για ενδέκατη φορά στο έκτακτο συνέδριο της ομάδας στις 3.11.2013.
- Η επιχείρηση της 3ης Ιουλίου 2011, άλλως «η δίκη του τουρκικού ποδοσφαίρου για τα στημένα παιχνίδια» ή απλώς «η δίκη σικέ» (Şike Davası), είναι η δίκη που ξεκίνησε –ύστερα από οκτάμηνη παρακολούθηση της Διεύθυνσης Αγώνα Κατά του Οργανωμένου Εγκλήματος Κωνσταντινούπολης– με τη σύλληψη πολλών μελών των διοικήσεων ποδοσφαιρικών ομάδων και ποδοσφαιριστών στις 3 Ιουλίου 2011, κατηγορούμενων για δωροδοκία, δωροληψία, στήσιμο παιχνιδιών και παράνομο στοίχημα. Την έρευνα για την υπόθεση αυτή διεξήγαγε ο Ζεκεριά Οζ, επίσης εισαγγελέας των υποθέσεων «Εργκένεκον» και «Βαριοπούλα».
Το σχετικό άρθρο του Τζενγκίζ Τσαντάρ στη «Ραντικάλ» (22/1) με τίτλο «Η Φενέρμπαχτσε, η κοινότητα, ο πρωθυπουργός…» έχει ως εξής:
(…) Ο γιατρός, ένας από του μεγαλύτερους χειρουργούς της Τουρκίας, μου λέει «δεν προλαβαίνω να πάω στο αεροδρόμιο, αλλά τουλάχιστον μη χάσω τη συγκέντρωση στη λεωφόρο Μπαγντάτ». Για να πάει στη λεωφόρο πρέπει να περάσει στην ασιατική πλευρά. «Θα υπάρχει κοσμοπλημμύρα στο Καντίκιοϊ, σίγουρα θα σταματήσει η κυκλοφορία» συνεχίζει «είναι μεγάλη ομάδα η Φενέρμπαχτσε. Πώς έκαναν αυτό το λάθος;», εννοώντας την απόφαση του 5ου Τμήματος του Αρείου Πάγου που ο Αζίζ Γιλντιρίμ χαρακτήρισε ως «απόφαση πολιτική».
Αλλά και ο πρωθυπουργός Ερντογάν, στη συνέντευξη τύπου που έδωσε στο αεροδρόμιο αναχωρώντας για τις Βρυξέλλες, σχολίασε ως εξής την απόφαση του Αρείου Πάγου: «Βρίσκω εύγλωττη την επιλογή της χρονικής στιγμής για την ανακοίνωση αυτής της απόφασης. Γιατί δεν ανακοινώθηκε αυτή η απόφαση ως σήμερα; Γιατί ανακοινώθηκε τώρα λίγο πριν από τις εκλογές; Θα μπορούσαν να την δημοσιοποιήσουν και μετά τις 30 Μαρτίου (ημερομηνία διεξαγωγής των δημοτικών εκλογών). Πιστεύω ότι η παράλληλη δομή εντός της Δικαιοσύνης προέβη και σ’ αυτή την κίνηση κάνοντας λεπτούς υπολογισμούς». Από τα λόγια αυτά του Ερντογάν γίνεται αντιληπτό πως ήθελε να αποδώσει το φταίξιμο για «την μεγάλη αμαρτία» που διαπράχθηκε στο πρόσωπο του Αζίζ Γιλντιρίμ, εναντίον της Φενέρμπαχτσε, «στην «Κοινότητα» ή με τον χαρακτηρισμό του Ερντογάν στο «παράλληλο κράτος». Όμως, οι οπαδοί της Φενέρμπαχτσε (στο εξής: οι «φενερλήδες») δεν είναι τόσο ανόητοι ώστε να «καταπιούν» τα όσα λέει ο Ερντογάν. Διότι όλοι ξέρουν ότι ο Ταγίπ Ερντογάν έχει μεγάλο μέρος της ευθύνης για τα όσα έγιναν στις 3 Ιουλίου. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι οι «φενερλήδες» ξέρουν τόσο καλά ότι ο Ερντογάν ήταν πίσω από τη λίστα που κυκλοφόρησε στο έκτακτο συνέδριο της Φενέρμπαχτσε στις 2.11.2013 με σκοπό να ανατραπεί ο Αζίζ Γιλντιρίμ, ώστε έσπασαν ρεκόρ για έναν αθλητικό σύλλογο και στο συνέδριο εκείνο ήρθαν και ψήφισαν πάνω από 10.000 άτομα, εκλέγοντας με τη «σταθερή δύναμη» της Φενέρμπαχτσε τον Γιλντιρίμ με 75%.
Χθες, ο Εργκούν Μπαμπάχαν έγραφε στη στήλη του στο Τ24:
«(…) Προσπαθώντας να κυριαρχήσει παντού, από το υπουργείο Παιδείας ως το υπουργείο των Εξωτερικών, από τους θεσμούς της γραφειοκρατίας ως τις μη κυβερνητικές οργανώσεις και τα βιομηχανικά και εμπορικά επιμελητήρια, προσπάθησε να μην αφήσει ζωτικό χώρο σε κανέναν από όσους σκέφτονταν, ζούσαν ή πίστευαν διαφορετικά από αυτόν. Το ότι ο Ερντογάν θεωρούσε τη διοίκηση της Φενέρμπαχτσε μια από τις πιο σπουδαίες οχυρές θέσεις προς κατάληψη, αποκαλύφθηκε στην πορεία της 3ης Ιουλίου. Παρακολούθησε με κέφι και ευχαρίστηση το σερβίρισμα όλων των ψεύτικων και λανθασμένων πληροφοριών στα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Ο Αζιζ Γιλντιρίμ συνελήφθη, φωτογραφίες του από το κρατητήριο διοχετεύτηκαν στα ΜΜΕ και αυτά απάγγειλαν την δικαστική απόφαση εναντίον του από την πρώτη στιγμή. Τα ΜΜΕ αποδύθηκαν την περίοδο εκείνη σε μια τέλεια εκστρατεία λιντσαρίσματος. Όμως όλες οι κινήσεις του αποκρούστηκαν χάρη στο ότι οι «φενερλήδες» συσπειρώθηκαν γύρω από τον Αζίζ Γιλντιρίμ. Οι οπαδοί της Φενέρμπαχτσε είναι οι πρώτοι που αντιστάθηκαν ομαδικά εναντίον του ΑΚΡ. Κατάπιαν δακρυγόνα, χτυπήθηκαν με γκλόμπς, εξυβρίστηκαν αλλά δεν «παραδόθηκαν».
Μετά την προσωρινή απελευθέρωση του Γιλντιρίμ (έμεινε προφυλακισμένος δώδεκα μήνες), το αναμενόμενο (από τον τ/πρωθυπουργό) ήταν να παραδώσει την προεδρία σε ένα άτομο κοντινό του Ερντογάν. Ο Γιλντιρίμ αδιαφόρησε για τις «προσδοκίες» αυτού του είδους. Ωστόσο, «εφόσον ο Γιλντιρίμ δεν καταλάβαινε», με σκευωρίες και ψευτιές αναγκάστηκε η ομάδα να πάει σε συνέδριο. Η λίστα που βγήκε εναντίον του Γιλντιρίμ ήταν στην πραγματικότητα μια «ομολογία». Υποψήφιος πρόεδρος απέναντι του βγήκε ο Μεχμέτ Αλί Αϊντινλάρ, ο άνθρωπος που είχε τοποθετηθεί πρόεδρος της Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου κατόπιν επιθυμίας του Ερντογάν, ο άνθρωπος που είχε φέρει σε δύσκολη θέση την Φενέρμπαχτσε στοχοποιώντας τον Γιλντιρίμ με τις δηλώσεις του στη διάρκεια της ανακριτικής διαδικασίας. Η δε λίστα ονομάτων των ονομάτων κάτω από τον Αϊντινλάρ θα μπορούσε κάλλιστα να είναι η λίστα της νομαρχιακής Κωνσταντινούπολης του ΑΚΡ.
Η Φενέρμπαχτσε, που οι εξέδρες της είναι ανοιχτές σε όλα τα χρώματα και όλες τις απόψεις, είναι πολύ μεγάλη για να γίνει υποχείριο οποιουδήποτε κόμματος. Κανένα μαγείρεμα, κανένα κόλπο, καμιά σκευωρία όσο μεγάλα κι αν είναι δεν φτάνουν για να παραδοθεί η Φενέρμπαχτσε.
Ετούτες εδώ οι αράδες (του Μπαμπαχάν) είναι η κοινή προσέγγιση όλων όσοι κουβαλούν την ταυτότητα του «φενερλή». Τη σχέση ανάμεσα στη Φενέρμπαχτσε και στο Γκεζί δεν πρόκειται ποτέ να την καταλάβουν όσοι, όχι μόνο δεν κατάλαβαν το Γκεζί αλλά επιπλέον το κήρυξαν εχθρό τους. Όπως μετά τις 3 Ιουλίου 2011, έτσι και μετά τον Ιούνιο του 2013 υπάρχει μια νέα ταυτότητα «φενερλή»: η ταυτότητα που έγινε σύμβολο με το σύνθημα «Ali İsmail Kokmaz / Fenerbahçe yıkılmaz»[1]. Αυτή η νέα ταυτότητα ισχυροποιήθηκε με την επικύρωση της ποινής του Αζίζ Γιλντιρίμ από τον Άρειο Πάγο.
Χωρίς να τοποθετήσετε στη θέση τους όλα αυτά, δεν μπορείτε να καταλάβετε τις δηλώσεις που έκανε προχθές ο Αζίζ Γιλντιρίμ στην Wall Street Journal. Προσωπικά τις κατάλαβα με ευκολία τη στιγμή που τις διάβασα –επειδή γνωρίζω τον Γιλντιρίμ και ξέρω τις απόψεις του επί του θέματος. Και, εντάξει οι άλλοι, αλλά δεν μπόρεσα να καταλάβω γιατί η Ραντικάλ, η Ταράφ και το Τ24 δεν κατάλαβαν και τις έβγαλαν με τον τίτλο «ο Αζίζ Γιλντιρίμ κατηγόρησε την Κοινότητα». Γι’ αυτό ο Αζίζ Γιλντιρίμ, χθες το βράδυ, πριν επιστρέψει στην Τουρκία ένιωσε την ανάγκη μιας ανακοίνωσης –της ακόλουθης:
«(…) Διαπίστωσα ότι οι δηλώσεις μου παρουσιάστηκαν αποσπασματικά από μερικά έντυπα και τηλεοπτικά μέσα, δίνοντας την εντύπωση ότι εστιάζουν και καταδεικνύουν μόνο μια συγκεκριμένη κοινότητα. Για τον λόγο αυτό και για να την αποφυγή οοιασδήποτε παρεξήγησης, παρακαλώ την κοινή γνώμη να διαβάσει και να αξιολογήσει την δήλωσή μου στο σύνολό της.
Αυτό τον καιρό, με την καμπάνια που προωθεί πρώτος ο Ταγίπ Ερντογάν περί «παράλληλου κράτους», «δεν υπάρχει διαφθορά, υπάρχει πραξικόπημα», «διεθνής συνομωσία», κλπ, επικρατεί στα ΜΜΕ μια απίστευτη συσκότιση της αλήθειας και ηθελημένης παρερμηνείας. Ο Αζίζ Γιλντιρίμ, στην ερώτηση «Είναι η Κοινότητα Γκιουλέν πίσω από όλες τις υποθέσεις και τους φακέλους;» απαντάει, «Δεν είμαι εγώ που το σκέφτομαι αυτό, είναι ο πρωθυπουργός της Τουρκικής Δημοκρατίας» και συνεχίζει: «Στο σημείο αυτό, λοιπόν, ας έρθουμε στην ερώτηση που θέτετε από τότε που άρχισε αυτή η ιστορία: Τα έκανε όλα αυτά η Κοινότητα Γκιουλέν; Στην περίοδο των τελευταίων έντεκα ετών το ΑΚΡ προχώρησε στην εξουσία χέρι με χέρι με την Κοινότητα. Ο πρωθυπουργός είπε πως «υπάρχει ένα παράλληλο κράτος και το παράλληλο αυτό κράτος συνεργάζεται με την Κοινότητα». Η κυβέρνηση μετέθεσε, έθεσε σε διαθεσιμότητα όλους αυτούς του δικαστές, τους εισαγγελείς, τους αστυνομικούς. Επειδή πρόσκεινται στην Κοινότητα. Τότε, προκύπτει ότι όλες τις επιχειρήσεις συμπεριλαμβανομένης και της δικής μας, τις έκανε η Κοινότητα. Επομένως, δεν μπορώ να διακρίνω αν οι δικαστές του Αρείου Πάγου που έβγαλαν την απόφαση είναι άνθρωποι του παράλληλου κράτους ή άνθρωποι του νόμου. Αυτό θα ήθελα να διαλευκανθεί. Ο υπουργός Δικαιοσύνης πρέπει νομίζω να προβεί σε σχετική δήλωση».
Στη δήλωση του Γιλντιρίμ ανήκουν και αυτές οι φράσεις: «Νομίζω ότι θα ήταν λάθος να πιάσουμε να το ρίξουμε αυτό (την υπόθεση της καταδίκης μου) στην πλάτη της Κοινότητας. Τα μέλη του 5ου Τμήματος του Αρείου Πάγου είναι άνθρωποι του παράλληλου κράτους; Ή άνθρωποι του κράτους; Θέλω να διαλευκανθεί αυτό».
Είναι νόμιμες ερωτήσεις αυτές. Και οι ερωτήσεις αυτές θα συνεχίσουν να τίθενται όσο κουκουλώνεται η δολοφονία του Χραντ Ντινκ, όσο δεν αποκαλύπτονται οι υπεύθυνοι των δολοφονιών στο Ρομπόσκι, όσο καταβάλλεται προσπάθεια να εμποδιστεί η ανακριτική διαδικασία της παρανομίας που γέμιζε με δολάρια τα κουτιά παπουτσιών. Ο Ταγίπ Ερντογάν, επίσης, δεν θα μπορέσει να προχωρήσει «φορτώνοντάς τα όλα στην Κοινότητα Γκιουλέν». Καθώς, ανάμεσα σε αυτούς που θα «συμβάλουν στις αποκαλύψεις» βρίσκεται και η Φενέρμπαχτσε!.
[1] Ο φοιτητής Αλί Ισμαήλ Κορκμάζ (1994-10.7.2013) ένα από τα θύματα του Γκεζί, δολοφονήθηκε με ξυλοδαρμό τη νύχτα της 2.6.2013 στη διάρκεια διαδήλωσης για το Γκεζί στο Εσκίσεχιρ. Ήταν μέλος της ομάδας οπαδών της Φενέρμπαχτσε «Vamos Bien». Η λέξη «κορκμάζ» σημαίνει «αυτός που δεν φοβάται, ο άφοβος» και το σύνθημα «Αλί Ισμαήλ Κορκμάζ / Φενέρμπαχτσε γικιλμάζ» μπορεί να αποδοθεί ως «Ο Αλί Ισμαήλ δεν φοβάται / Η Φενέρμπαχτσε δεν συντρίβεται».
πηγή:T24, Radikal, http://www.turkeyanalyst.org, Cumhuriyet