Hedge funds και καπιταλιστές και ντόπιοι απ’ το κατόπι
μαλώνανε ποιος πιότερο βρωμάει και ποιος ζέχνει.
Τότε πετιούνται μονομιάς χρηματοπιστωτάδες
κι όπως κουνάν’ το δάχτυλο, φοράνε τις κουκούλες
δείχνουν την ψωροκώσταινα και στο γκρεμό τη σέρνουν
ψάλλοντας τα τροπάρια της άγιας κονόμας:
«Προτού να φτάσει το κακό και τελειωθεί το μέλι
πρέπει να σέβεται κανείς, να μην έρθει το σφάλμα.
Σαν η πατάτα θα γενεί, καλό ποτέ δεν κάνουν
χίλια σαπούνια και νερά, το στίγμα δεν το βγάνουν».
Κι έπειτα στρέφουν μονομιάς την πλάτη τους και φεύγουν
περήφανοι κι αγέρωχοι, ποτέ τσαλακωμένοι
γιατί δεν ήρθανε αετοί, δεν ήρθανε γεράκια
για να τους κάνουν τσάκιση στη μάπα και στις φούστες
και τραγουδούν στις ρεματιές και ψάλλουνε στα όρη
από τον Μέλανα Δρυμό ως Άλπεις και τη Σιέρα:
«Χαρά στους νιους που γεύονται το μέλι απ’ την κηρύθρα
και τρων’ του κόσμου τα καλά στον καθαρό αέρα
και κάνουν όψη όμορφη ως είν’ το πορτοκάλι».
Δέκα χιλιάδες μαγαζιά βαρέσανε κανόνι
κι από τον κρότο σείστηκαν η Ρούμελη κι η Θράκη.
Στη θράκα την απλώσανε τη χώρα οι κερδοσκόποι
που χτες τους λέγανε αλλιώς και στρώνανε φλοκάτες
μη λερωθεί, μην πληγωθεί το τρυφερό τους πόδι
και τους ταΐζαν’ ζάχαρη και τους ποτίζαν’ νέκταρ.
Τρέχει ο ένας στα ζερβά και στα δεξά ο άλλος
κι ο τρίτος -ο μακρύτερος- παρακαλάει και κλαίει:
«Δώστε μου Phantom εκατό, γερμένα υποβρύχια,
δώστε και λιανοτούφεκα, φέρτε και καριοφίλια
μονάχα μη μου κάνετε ετούτη τη λαχτάρα
οπού ‘χω τόσα στόματα, κουμπάρους, σόγια, φίλους
και καρτερούνε άμισθοι σύμβουλοι για να γίνουν…».
Δάκρυσε τότε η τρόικα και έκλαυσε η Merkel
ρίξανε και μια ζεϊμπεκιά να φύγουν τα φαρμάκια
-που πλήθυναν και φτάνανε ως το Φαρμακονήσι-
κι είπαν’ στους επιτηρητές να δείξουνε συμπόνια
να μην ισοπεδώσουνε τη γη της Μπανανίας
μα να κρατήσουν μερικούς για μπάτλερ και νταντάδες
συν χίλιες καθαρίστριες με δέκα εργολάβους…