Γεννήθηκα στα Γιαννιτσά τον Μάη του 1966. Δεν ξέρω πότε σταμάτησα να μεγαλώνω, πάντως συνέβη. Κι άραγε έχει σημασία το πότε; Σημασία έχει ότι ο χρόνος είναι αλήτης και τσιγκούνης. Αν ήμουν μάγισσα, θα τον έκανα ζυμαράκι με μαγιά και θα τον φούσκωνα. Συνέχεια. Πάλι και πάλι, μήπως και τον χορτάσω.
Αν ξαναγινόμουν μάγισσα, θα μ’ έκανα σαρανταποδαρούσα με κάτι παραπάνω από σαράντα χέρια και σαράντα καρδιές. Να μπορέσουν να καταπιαστούν, αλλά και να χωρέσουν στις τελευταίες όσα αγαπάω: Η οικογένειά μου, το νηπιαγωγείο, τα υιοθετημένα παιδιά της ActionAid, οι Κουβακάδες, η Νίκη και ο Μήτσος, τ’ αδέσποτα όλου του κόσμου, ο αέρας όταν φυσάει ανάμεσα στις πευκοβελόνες στο Πάικο, η Αρήτη της ροδιάς, η Δώρα του ημερολογίου, τα βιβλία, τα τραγούδια, οι αγκαλιές, οι κινηματογραφικές αίθουσες, οι αναρριχώμενες τριανταφυλλιές, οι ταχτοποιημένες ντουλάπες, τα ταξίδια σε τόπους και στο χρόνο, η Αγγελική Βαρελά, τα γυαλόξυλα της Άννας, το γλυκό κολοκύθι, η Τασούλα του Λονδίνου, οι μουσικές της Ρεμπούτσικα, οι παραλίες το απόγευμα, το παραμύθι της Κυριακής, ο μοναχός Βικέντιος, το βιβλιοπωλείο της Βάσως, οι φρέζιες, τα σχολικά θρανία κι οι ποδιές, οι συναυλίες, η Κική Δημουλά, ο λεβέντικος κι οι άλλοι οι χοροί, το γυμναστήριο του Μάκη, η μυρωδιά του πικραμύγδαλου, ο Αναστάσιος της Αλβανίας…
Το «παραμύθι της Κυριακής» ανοίγει δρόμους
Περιμένοντας την έκδοση ενός ακόμη παιδικού παραμυθιού με τίτλο «Ένα αστέρι για τη Μαρία» (τη φορά αυτή από τις εκδόσεις «Παρρησία»), η Κική Δημητριάδου έχει συγγράψει τα βιβλία «Η Αρήτη της ροδιάς» (που έγινε και ψηφιακό), «Το παραμύθι της μάγισσας γιαγιάς» και «Το ημερολόγιο της Δώρας», που όλα κυκλοφορούν από τις εκδόσεις «Λιβάνη».
«Έγραφα από πάρα πολύ μικρή, τα πρώτα ποιήματα τα έγραψα στην πέμπτη δημοτικού με την παρότρυνση ενός πολύ αγαπημένου δασκάλου μου», λέει η Κική Δημητριάδου σε συνομιλία μας. «Έγραφα πολύ ωραίες εκθέσεις, πήρα μέρος με ποιήματα σε τοπικούς διαγωνισμούς και αρθρογραφούσα σε τοπική εφημερίδα όσο ήμουν ακόμη μαθήτρια. Μετά πέρασα στη σχολή νηπιαγωγών που ήταν επιλογή μου, αν και όχι ιδιαίτερα συνειδητή αφού ήθελα να πάω στο κοινωνιολογικό του Παντείου. Τελείωσα τη σχολή, πήγα ένα χρόνο στο Πάντειο, τελείωσα τη θεολογική, έκανα εξομοίωση, διδασκαλείο, έκανα διάφορα». Κάποια στιγμή -όταν ήταν στη σχολή νηπιαγωγών- έγραψε το πρώτο παραμύθι της, αφού μέχρι τότε έγραφε περισσότερο ποιήματα και κείμενα. «Έγινε σαν εργασία στο μάθημα της παιδικής λογοτεχνίας και μου άρεσε» λέει και προσθέτει: «Μετά έγινε η οικογένεια, τρία παιδιά και έγραφα μόνο… λίστες για super market. Δεν υπήρχε χρόνος για τίποτε άλλο. Ώσπου κάποια στιγμή είχα μια ιδέα που αποδείχθηκε πολύ δημιουργική. Σκέφτηκα να γράφω μικρά παραμύθια και να τα διακινώ σ’ ένα καφέ της περιοχής όπου σύχναζε o κατάλληλος κόσμος. Έκανα ένα κύκλο παραμυθιών που έγραφα κάθε βδομάδα, με εικονογράφηση που έκαναν φίλοι με ωραίο χέρι. “Το παραμύθι της Κυριακής” μοιραζόταν κάθε Κυριακή σ’ αυτό το καφέ μαζί με το ρόφημα του καθενός σε τιμή εθελοντική και συμβολική. Ένα κέρμα σ’ ένα κουμπαρά που συνεισέφερε σε μια υιοθεσία για την Action Aid. Αυτό έγινε τον πρώτο χρόνο και γράφτηκαν 22 παραμύθια. Την επόμενη χρονιά έγραψα λιγότερα, αλλά την μεθεπόμενη ήταν η χρονιά που έγραφα τα κείμενα της Δώρας κάθε βδομάδα στο νηπιαγωγείο, τα έδινα στους γονείς και ταυτόχρονα σ’ ένα παιδιατρείο όπου υπήρχε και άλλος κουμπαράς. Αυτή ήταν μια πάρα πολύ ωραία συνθήκη συγγραφής για μένα, λειτούργησε πολύ καλύτερα απ’ ό,τι φανταζόμουν».
«Είναι η χειρότερη εποχή»
Στην παραπάνω φράση της κλείνει η συγγραφέας την περιγραφή του ζοφερού παρόντος, προσθέτοντας: «Τα πρώτα πράγματα που χτυπάει η κρίση είναι ο πολιτισμός και η παιδεία. Μπήκα στις εκδόσεις σε καιρό κατρακύλας, αλλά τώρα πια είναι το κάτι άλλο… Οι εκδοτικοί οίκοι χτυπάνε “κανόνια” ή είναι έτοιμοι ανά πάσα στιγμή να το κάνουν. Τώρα πια βγαίνουν βιβλία σε παζάρια ακόμη και με ελάχιστες τιμές, αλλά ο κόσμος δεν έχει λεφτά ούτε να πληρώσει τα προς το ζην. Ωστόσο ένα βιβλίο παραμένει πάντα ένα σπουδαίο προϊόν που όσο και να χτυπιέται αντέχει. Γιατί είναι η ψυχή μας. Τα βιβλία ομόρφυναν τη ζωή μου. Δεν ζει κανείς γράφοντας βιβλία, ωστόσο είναι οι άνθρωποι που γνώρισα, αυτό το ανεκτίμητο που κερδίζει κανείς και που δίνει μια ζωογόνο πνοή. Γιατί τα υπόλοιπα είναι πολύ καταθλιπτικά…».
Κλείσαμε τη συνομιλία μας, με την Κική Δημητριάδου να περιγράφει μια ακόμη γόνιμη ιδέα: «Αυτό που κάνω τα τελευταία δυο-τρία χρόνια είναι εκπαιδευτικά προγράμματα σε σχολεία. Έχω ένα μεγάλο έρωτα και μια ανάγκη ψυχής με τα αδέσποτα ζώα. Μου δημιουργούσαν πολύ δυνατά συναισθήματα εκτός από συμπόνια. Έτσι δημιούργησα μια φιγούρα, τον Αδέσποτο, που γράφει γράμματα και τα απευθύνει σε μικρά παιδιά και μαθητές. Πολλοί συνάδελφοι τα χρησιμοποίησαν και σε μεγαλύτερες τάξεις του σχολείου. Και ο Αδέσποτος είναι πολύ κοντά στο να βρει κι αυτός έναν εκδοτικό δρόμο. Απλά δεν μπορώ να βρω τον χρόνο να καθίσω να το κάνω όπως πρέπει και όπως το θέλω. Κι αυτό επειδή αγαπώ πολύ τη δουλειά μου και ασχολούμαι ατελείωτα μαζί της».
Το ημερολόγιο της Δώρας
Η Δώρα είναι μια μικρούλα μαθήτρια νηπιαγωγείου που μέσα από τις σελίδες του ημερολογίου της σε παίρνει απ’ το χέρι και σε κάνει βόλτα στην καθημερινότητα του σχολείου και της καρδιάς της. Μέσα στις τρυφερές σελίδες θα συναντήσουμε όλες τις απορίες που μπορεί να έχει ένα μικρό παιδί: Μπορεί ένας χαμένος παππούς να ξαναγυρίσει στη γη σαν δροσοσταλίδα; Πώς καταφέρνουν τα αδέσποτα ζώα να μιλούν με τα μάτια τους; Μοιάζει πράγματι η τέχνη με μια σαρανταποδαρούσα; Γιατί τα φρούτα δεν πρέπει να ταξιδεύουν; Πώς είναι δυνατόν οι κάδοι των σκουπιδιών να νιαουρίζουν και να γαβγίζουν; Τι κάνει μια γιαγιά να είναι μάγισσα; Γιατί η γη δεν έχει τη δική της σημαία; Πώς καταφέρνει η μουσική να μας ξαναφέρει την άνοιξη; Τι σχέση έχει η Περιμπανού με το γλυκό κολοκύθι; Πώς δημιουργήθηκαν οι φτωχοί στον κόσμο; Γιατί όλοι οι άνθρωποι δεν είναι αιμοδότες; Κι όλα θέλουν απαντήσεις…